φράγκιο

φράγκιο
και δ. γρφ
φράνκιο, το, Ν
χημ. ραδιενεργό χημικό στοιχείο, το βαρύτερο μέλος τής ομάδας τών αλκαλίων τού περιοδικού συστήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. νεολατ. francium < France «Γαλλία» + κατάλ. -ium (πρβλ. -ιον)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • φράγκιο — το (χημ.), ραδιενεργό στοιχείο ατομικού αριθμού 87 (σύμβολo Fr) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φράνκιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Fr ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 87 και ατομικό βάρος 223. Είναι φυσικό ραδιενεργό στοιχείο (με περίοδο υποδιπλασιασμού 21 λεπτά) και συναντάται πάντοτε κατά τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”